υπηρεσιεσ για ιδιωτεσ
φορολογια στην ελλαδα
Φόροι εισοδήματος
Οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας – φυσικά πρόσωπα υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος για το παγκόσμιο εισόδημά τους. Οι μη φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας-φυσικά πρόσωπα φορολογούνται στην Ελλάδα μόνο για το εισόδημά τους που προέρχεται από την Ελλάδα, εάν υπάρχει.
Φορολογικό έτος και υποβολή δήλωσης
Το φορολογικό έτος στην Ελλάδα συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος. Οι φορολογικές δηλώσεις πρέπει να υποβάλλονται από τα ελληνικά φορολογικά φυσικά πρόσωπα έως τις 30 Απριλίου του έτους που ακολουθεί το αντίστοιχο φορολογικό έτος.
Όταν το εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα δηλώνεται σε φορολογική δήλωση σε επίπεδο φορολογούμενου φυσικού προσώπου, ο τελευταίος υπόκειται σε προκαταβολή 100% του φόρου εισοδήματος που αντιστοιχεί στο εν λόγω εισόδημα για το σχετικό φορολογικό έτος.
Η τελική φορολογική υποχρέωση ενός φυσικού προσώπου προσδιορίζεται με βάση το υπολογισμένο ποσό από τις φορολογικές αρχές και μετά την αφαίρεση τυχόν προκαταβολής, παρακράτησης φόρου στην πηγή ή αλλοδαπού φόρου που έχουν καταβληθεί στο εξωτερικό.
Η πληρωμή της φορολογικής υποχρέωσης εισοδήματος γίνεται συνήθως σε τρεις ισόποσες δόσεις.
Είδη εισοδήματος
Σύμφωνα με την ελληνική φορολογική νομοθεσία, υπάρχουν τέσσερις (4) κατηγορίες εισοδήματος σε επίπεδο Ελλήνων φορολογούμενων φυσικών προσώπων. Ειδικότερα: Τα εισοδήματα που προκύπτουν από την καταβολή του φόρου εισοδήματος είναι τα εξής:
Εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις
Οι μισθωτοί υπόκεινται σε φόρο όσον αφορά το εισόδημά τους από μισθούς, ημερομίσθια, αλλοδαπές αποδοχές, συντάξεις και κάθε άλλη αμοιβή που καταβάλλεται περιοδικά σε χρήμα ή σε είδος για παρεχόμενες υπηρεσίες και ορισμένα άλλα στοιχεία εισοδήματος.
Εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα
Τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος επί του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα, το οποίο προσδιορίζεται από τα συνολικά έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα μετά την αφαίρεση των επιχειρηματικών δαπανών, των αποσβέσεων και των επισφαλών απαιτήσεων (υπό ορισμένες προϋποθέσεις). Οι φορολογικοί συντελεστές για το εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα είναι οι ίδιοι με το εισόδημα από μισθωτή εργασία, όπως αναφέρθηκε παραπάνω (βλ. παραπάνω πίνακα).
Εισόδημα από γεωργία και δασοκομία
Το εισόδημα που αποκτάται από γεωργικές επιχειρήσεις θεωρείται, από φορολογική άποψη, ως εισόδημα από επιχειρήσεις, για τον προσδιορισμό του οποίου τα έσοδα από επιχειρηματικές συναλλαγές περιλαμβάνουν έσοδα από την παραγωγή γεωργικών, πτηνοτροφικών, ζωικών, δασικών, υλοτομικών και αλιευτικών προϊόντων.
Εισόδημα από κεφάλαιο (παθητικό εισόδημα)
Τα φυσικά πρόσωπα υπόκεινται σε φόρο για το εισόδημα που αποκτούν σε ένα φορολογικό έτος από μερίσματα, τόκους, δικαιώματα και ακίνητη περιουσία.
Ειδικότερα:
– Τα μερίσματα υπόκεινται σε τελική παρακράτηση φόρου 15% (αλλά ο φόρος αλληλεγγύης υπολογίζεται επιπλέον της παρακράτησης φόρου κατά την εκτίμηση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που υποβάλλεται ετησίως).
– Οι τόκοι υπόκεινται σε τελική παρακράτηση φόρου 15%, χωρίς περαιτέρω υποχρέωση φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων (αλλά ο φόρος αλληλεγγύης επιβάλλεται επιπλέον της παρακράτησης φόρου στην πηγή κατά την εκτίμηση της δήλωσης φόρου εισοδήματος που υποβάλλεται ετησίως).
– Τα δικαιώματα υπόκεινται σε τελικό συντελεστή παρακράτησης φόρου στην πηγή 20%, χωρίς περαιτέρω υποχρέωση φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων (αλλά ο φόρος αλληλεγγύης επιβάλλεται επιπλέον της παρακράτησης φόρου στην πηγή κατά την εκτίμηση της δήλωσης φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων που υποβάλλεται ετησίως).
– Ως εισόδημα από πάγια περιουσιακά στοιχεία θεωρείται κάθε εισόδημα, σε χρήμα ή σε είδος, που λαμβάνει ένα φυσικό πρόσωπο για χρηματοδοτική μίσθωση, ιδιοχρησία ή δωρεάν διάθεση ακίνητης περιουσίας. Το εν λόγω εισόδημα φορολογείται αναλόγως:
Τεκμαρτό εισόδημα
Το δηλωθέν εισόδημα σε επίπεδο μεμονωμένων φορολογουμένων συγκρίνεται με το λεγόμενο “τεκμαρτό εισόδημα”, το οποίο σχηματίζεται από το κόστος απόκτησης περιουσιακών στοιχείων και τα έξοδα διαβίωσης. Κάθε διαφορά που μπορεί να προκύψει μεταξύ των συγκρίσιμων εισοδημάτων θα φορολογείται στο επίπεδο του μεμονωμένου φορολογούμενου.